- Home
- Quality Management System
- Ηγεσία
- Πολιτική παροχής Συμβουλευτικών υπηρεσιών ADR
Πολιτική παροχής Συμβουλευτικών υπηρεσιών ADR
1.Ο Σύμβουλος αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα όπως αυτά αναφέρονται στο άρθρο 3 των Κ.Δ.Π 119/2004 προσαρμοσμένα στις δραστηριότητες της επιχείρησης που τον ορίζει:
(α) Εξετάζει κατά πόσο τηρούνται οι κανόνες σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, όπως ορίζονται στους περί της Οδικής Μεταφοράς Επικίνδυνων Εμπορευμάτων (Γενικοί) Κανονισμούς του 2004 (Κ.Δ.Π 120/2004),
(β) συμβουλεύει την επιχείρηση για τις εργασίες που αφορούν τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων,
(γ) ετοιμάζει ετήσια έκθεση προς τη διοίκηση της επιχείρησης ως προς τις δραστηριότητες που αφορούν τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων,
(δ) προβαίνει στην παρακολούθηση και στον έλεγχο των ακόλουθων πρακτικών και διαδικασιών σχετικά με τις οικείες δραστηριότητες της επιχείρησης:
(i) των διαδικασιών για την τήρηση των κανόνων αναγνώρισης των μεταφερόμενων επικίνδυνων εμπορευμάτων
(ii) της πρακτικής της επιχείρησης σχετικά με τη συνεκτίμηση, κατά την αγορά των μεταφορικών μέσων, κάθε ειδικής ανάγκης σε σχέση με τα μεταφερόμενα επικίνδυνα εμπορεύματα
(iii) των διαδικασιών επιθεώρησης του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά των επικίνδυνων εμπορευμάτων ή για τις ενέργειες φορτοεκφόρτωσης
(iv) της δέουσας εκπαίδευσης του προσωπικού της επιχείρησης και της διατήρησης αρχείου της εκπαίδευσης
(ν) της εφαρμογής κατάλληλων διαδικασιών έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση ατυχημάτων ή περιστατικών που μπορούν να επηρεάσουν την ασφάλεια κατά τη μεταφορά και φορτοεκφόρτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων
(vi) της διερεύνησης και, αναλόγως, της σύνταξης αναφορών για σοβαρά ατυχήματα, περιστατικά ή σοβαρές παραβάσεις που διαπιστώνονται κατά τη μεταφορά ή φορτοεκφόρτωση επικίνδυνων εμπορευμάτων
(vii) της εφαρμογής κατάλληλων μέτρων για να αποφευχθεί η επανάληψη ατυχημάτων, περιστατικών ή σοβαρών παραβάσεων
(viii) της συνεκτίμησης των νομοθετικών προϋποθέσεων και των ιδιαίτερων αναγκών σε σχέση με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων κατά την επιλογή και τη χρησιμοποίηση υπεργολάβων ή άλλων μεσαζόντων
(ix) της εξακρίβωσης ότι το προσωπικό που εμπλέκεται στη μεταφορά των επικίνδυνων εμπορευμάτων ή τη φορτοεκφόρτωση των εμπορευμάτων αυτών διαθέτει λεπτομερείς διαδικασίες λειτουργίας και εντολές
(Χ) της εισαγωγής μέτρων για την αύξηση της γνώσης και ευαισθητοποίησης στους κινδύνους που είναι εγγενείς με τη μεταφορά των επικίνδυνων εμπορευμάτων ή τη φορτοεκφόρτωση των εμπορευμάτων αυτών.
(xi) της εφαρμογής μεθόδων επαλήθευσης ώστε να εξασφαλίζεται η ύπαρξη, στα μεταφορικά μέσα, των εγγράφων και εξοπλισμού ασφαλείας που πρέπει να συνοδεύουν τις μεταφορές και η συμμόρφωση των εν λόγω εγγράφων και εξοπλισμών με την κείμενη Νομοθεσία.
(xii) της εφαρμογής μεθόδων επαλήθευσης ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των κανόνων και των κωδικών καλής πρακτικής σχετικά με τις ενέργειες φορτοεκφόρτωσης
(ε) Υποβάλλει αναφορά ατυχήματος στη διεύθυνση της επιχείρησης, στην αρμόδια αρχή και στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό όταν κατά τη μεταφορά ή φορτοεκφόρτωση που πραγματοποιεί η ενδιαφερόμενη επιχείρηση σημειώνεται ατύχημα επικίνδυνο για το κοινό, τα αγαθά ή το περιβάλλον:
Νοείται ότι η αναφορά αυτή δεν αντικαθιστά τις αναφορές που είναι υποχρεωμένη να συντάξει η διοίκηση της επιχείρησης κατ’ εφαρμογή άλλων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
2. Ο Μεταφορέας έχει την υποχρέωση να φυλάσσει για πέντε έτη τις αναφορές ασφαλείας που ετοιμάζει ο Σύμβουλος και να τις θέτει στη διάθεση της Αρμόδιας Αρχής που είναι το Τμήμα Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων όποτε αυτή τις ζητήσει.
3. Ο Σύμβουλος έχει την υποχρέωση να τηρεί το επιχειρηματικό απόρρητο και να μην παρέχει οποιαδήποτε γραπτή ή προφορική πληροφορία σε σχέση με τις δραστηριότητες του Μεταφορέα με οποιονδήποτε τρίτο.
Ρητά περαιτέρω συμφωνείται μεταξύ των δύο μερών ότι το παρόν ανατιθέμενο έργο θα εκτελείται προσωπικά από τον Σύμβουλο και αποκλειστικά και μόνον από αυτόν, στον Μεταφορέα.
4. Ο Μεταφορέας για την αποτελεσματικότερη άσκηση των καθηκόντων του Συμβούλου θέτει στη διάθεσή του το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό, χώρους, εγκαταστάσεις και συσκευές και γενικά τα απαραίτητα μέσα και βαρύνεται με όλες τις σχετικές δαπάνες.
5. Ρητά συμφωνείται ότι οι Συμβαλλόμενοι συνδέονται με σχέση Ανεξαρτήτων Υπηρεσιών και δεν εγκαθιδρύεται μεταξύ τους οποιαδήποτε σχέση παροχής Εξαρτημένων Υπηρεσιών ή σχέση Εξαρτημένης Εργασίας.